| Συντάκτης: Μαρία Τζανή
Γιατί μαμά; Γιατί ποτέ σου δεν αναρωτήθηκες τι έκανε το κοριτσάκι σου κλεισμένο στην τουαλέτα, τόσο συχνά και πάντα μετά το φαγητό; Δεν άκουσες ποτέ κανένα πνιχτό θόρυβο;
Όταν γεννήθηκε, όλοι θαύμαζαν το ροδαλό, παχουλό μωράκι. Λες και βγήκε από διαφήμιση φρουτόκρεμας έλεγαν. Η μαμά του καμάρωνε. Όσο όμως μεγάλωνε, η μαμά έπαυε να καμαρώνει. Έβλεπε ότι το κοριτσάκι της από παχουλό μωράκι γινόταν χοντρό παιδάκι. Αγχωνόταν, δεν ήθελε το κοριτσάκι της να γίνει σαν κι αυτή, μια ζωή πάλευε με τα κιλά της. Δεν ήθελε και να το καταπιέζει, διάβαζε βιβλία παιδοψυχολογίας, βοηθήστε τα παιδιά σας να αναπτύξουν αυτοεκτίμηση έλεγαν. Εμένα μου λες, σκεφτόταν. Όταν έβλεπε την Αννούλα να παίζει με τα άλλα παιδάκια των φίλων της, παχουλό να τρέχει άχαρα, εκνευριζόταν. Λες να ήταν θέμα κληρονομικότητας, σκεφτόταν. Κι όταν την έβλεπε να τρώει με λαιμαργία, περισσότερο εκνευριζόταν. Όταν έβλεπε ότι είχε φάει αρκετά, της τραβούσε το πιάτο. Φτάνει, θέλεις να γίνεις χοντρή σαν εμένα όταν μεγαλώσεις; Για το καλό σου το κάνω. Στο σούπερ μάρκετ την τραβούσε μακριά από όλα τα πολύχρωμα σακουλάκια που έβαζαν σε πειρασμό όλα τα παιδιά. Όταν πήγαιναν κάποια επίσκεψη, δεν την άφηνε να τρώει πολύ. Φτάνει, μην της δώσεις άλλο καλή μου, προσπαθούμε να προσέξουμε τη διατροφή μας, έτσι Αννούλα μου;
Έτσι μαμά. Για να σε ευχαριστήσω δεν έτρωγα όλο το φαγητό μου, έκανα ότι δεν έβλεπα όλες τις λιχουδιές τριγύρω μου. Όταν ήμουν μαζί σου. Γιατί όταν ήμουν μόνη μου έτρεχα, με όλο το χαρτζιλίκι που είχα μαζέψει, και αγόραζα όλα όσα εσύ μου απαγόρευες. Σοκολάτες, γαριδάκια, πατατάκια, καραμέλες, μπισκότα. Δεν τα έβλεπες καλή μου μανούλα γιατί τα έτρωγα βιαστικά στο δωμάτιο μου, κρύβοντας στα πιο απίθανα μέρη τα περιτυλίγματα. Πόσο ήθελα να ήμουν το όμορφο κοριτσάκι που πάντα ονειρευόσουν, η κούκλα που θα έντυνες με τα πιο όμορφα ρούχα.
Στο γυμνάσιο, Σταμάτησες να μου τραβάς το πιάτο και άρχισες να με τραβάς στα γυμναστήρια και τους διαιτολόγους. Μέχρι και εξετάσεις για θυρεοειδή με έβαλες να κάνω. Κι αφού είδες και απόειδες, παρέδωσες τα όπλα. Εσένα παιδί μου το όπλο σου δεν είναι η ομορφιά σου, τουλάχιστον όμως έχεις άλλα χαρίσματα. Και με άφησες στην ησυχία μου.
Έτσι τουλάχιστον νόμιζα. Γιατί κι εγώ άρχισα να τα βάζω με τον εαυτό μου και την βουλιμία μου. Παντού γύρω μου, το πρότυπο της όμορφης αδύνατης γυναίκας, άρρηκτα συνδεδεμένο με την προσωπική και επαγγελματική επιτυχία στη ζωή. Έβλεπα τις φίλες μου ψιλόλιγνες σαν φιγούρες νεανικών περιοδικών και ζήλευα. Απέφευγα να αλλάζω μπροστά τους πριν τη γυμναστική και διάλεγα να φοράω φαρδιά ρούχα. Και διάβαζα. Διάβαζα πολύ. Και έτρωγα. Έτρωγα πολύ. Μέχρι που γνώρισα το Νίκο στη Τρίτη γυμνασίου. Γίναμε αμέσως φίλοι. Πηγαίναμε και φεύγαμε μαζί από το σχολείο. Πόσες συζητήσεις κάναμε, πόσο όμορφα περνούσαμε, ποσά μυστικά λέγαμε. Πόσο τον θαύμαζα, πόσο ήθελα να με θαυμάζει. Τον έβλεπα ότι κοιτούσε τα άλλα κορίτσια, τον άκουγα να μου λέει πόσο όμορφη κι αδύνατη ήταν η Γεωργία. Κι έγινα ξανά η μικρή Αννούλα. Θυμήθηκα ξανά πόσο κακό ήταν που έτρωγα, πόση απογοήτευσα έδινα στο Νίκο με την εμφάνιση μου, όμοια με αυτή που έδινα παλιότερα στη μητέρα μου. Κι άρχισα ξανά να τρώω κρυφά. Και μετά να μετανιώνω. Ήθελα να σταματήσω αλλά δεν μπορούσα. Ένιωθα άσχημα, έτρωγα και ένιωθα χειρότερα από πριν.
Στο Λύκειο, αγόρασα κρυφά κάποια χάπια διαίτης που διαφήμιζαν. Είχα και σύμμαχο τώρα, μια φίλη μου την Ελένη. μαζί ξεκινούσαμε όλες τις δίαιτες, μαζί τις αφήναμε στη μέση. Αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για χοντρούς, λέγαμε μεταξύ μας, θέλοντας να διακωμωδήσουμε την κατάσταση.
Δεν πειράζει, σε κάποιους αρέσουν οι χοντρούλες, με πείραζε ο αδερφός μου. Δεν αρέσουν όμως σε εμένα, σκεφτόμουν εγώ. Προσπαθούσα να αδυνατίσω, όχι πια για το Νίκο, τώρα είχε κορίτσι, την Γεωργία που πάντα του άρεσε και που πάντα αντιπαθούσα. Όταν είδα ότι ούτε τα χάπια είχαν αποτέλεσμα, άρχισα να κάνω εξαντλητική δίαιτα. Δεν έτρωγα σχεδόν τίποτα, πήγαινα συνεχώς στο γυμναστήριο. Άρχισα να νιώθω αδυναμία, δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο σχολείο. Τι χαρά όμως όταν είδα ότι άρχισα να χάνω κιλά. Χαλάλι. Άρχισαν να μου λένε οι γύρω μου ότι ομόρφυνα, μέχρι και η μητέρα μου το πρόσεξε, σα να έχασες λίγο μικρή, μου έλεγε. Τι χαρά όταν επιτέλους πήγα για ψώνια, πόση ευτυχία ένιωθα όταν με έβλεπα στον καθρέπτη, μέσα στα στενά ρούχα, μέσα στο νέο μου εαυτό. Όμως πεινούσα. Όσο κι αν πίεζα τον εαυτό μου δεν άντεχα. Μια μέρα παραλίγο να λιποθυμήσω, φοβήθηκα μην καταλάβουν στο σχολείο ότι δεν είχα φάει σχεδόν τίποτα όλη μέρα.
Μια φορά, στο σπίτι της Ελένης, την είχα δει κατά λάθος να κλείνεται στην τουαλέτα και να προκαλεί εμετό στον εαυτό της. Πόσο αηδία μου είχε φανεί. Και πόσο αρρωστημένο, δεν θα το έκανα ποτέ.
Το θυμάμαι σα να ήταν χθες. Είχαμε πάει στο γάμο ενός ξαδέρφου μου. Είχα πολύ κέφι εκείνη την βραδιά. Όλοι με θαύμαζαν κι εγώ έλαμπα μέσα στα όμορφα μου ρούχα. Γελούσαμε με τα ξαδέλφια μου, τσουγκρίζαμε και τρώγαμε. Ναι, τρώγαμε. Μετά από πολύ καιρό θέλησα να απολαύσω κι εγώ αυτό που τόσο είχα στερηθεί, μου άξιζε άλλωστε. Πόσο ωραία ένιωθα, πόσο ελεύθερη, επιτέλους όμοια με τους γύρω μου. Γυρνώντας στο σπίτι, ένιωθα δυσφορία. Ένιωθα το στομάχι μου βαρύ και το μυαλό μου γεμάτο από τύψεις. Τόση προσπάθεια άδικα. Δεν έπρεπε να φάω. Κλείστηκα στο μπάνιο και προσπάθησα να αποβάλλω την τροφή με τον μόνο τρόπο που μου ήρθε στο μυαλό, αυτόν που μου είχε φανεί αηδία παλιότερα. Νιώθοντας έπειτα ανακούφιση και με ήσυχη την συνείδηση μου, πήγα για ύπνο.
Ποτέ δεν κατάλαβα πώς το συνέχισα. Έλεγα, δεν πειράζει πότε πότε να τρώω και να αποβάλλω με αυτό τον τρόπο ό,τι έτρωγα, έτσι και δεν θα στερούμουν το φαγητό και δεν θα πάχαινα. Σκεφτόμουν, δεν θα πάθω τίποτα, άλλωστε όποτε θέλω μπορώ να σταματήσω. Σκεφτόμουν ότι δεν θα γινόμουν ποτέ σαν τα αποστεωμένα κορίτσια που βλέπαμε σε κάτι φωτογραφίες, εγώ μπορούσα να το ελέγχω. Και συνέχιζα. Ήμουν πολύ προσεχτική, έμαθα να λέω ψέματα. Όταν μετά το φαγητό έτρεχα κατευθείαν στο μπάνιο έλεγα ότι με πονούσε λίγο το στομάχι μου. Όταν οι δικοί μου με ρωτούσαν γιατί άφηνα τη βρύση να τρέχει, έλεγα ότι ήθελα να πλυθώ. Όταν πηγαίναμε με τους γονείς μου κάπου έξω για φαγητό, πρώτα κοιτούσα στην πλευρά του σιωπηλού συνένοχου μου-WC και μετά τα φαγητά. Έμαθα να είμαι αθόρυβη, σαν κλέφτης. Όλο και πιο κουρασμένη, όλο και πιο νευρική. Μια φορά η μητέρα μου με είδε να κάνω εμετό, της είπα ότι είχα μια ίωση. Δεν με ρώτησε κάτι παραπάνω.
Γιατί μαμά; Γιατί ποτέ σου δεν αναρωτήθηκες τι έκανε το κοριτσάκι σου κλεισμένο στην τουαλέτα, τόσο συχνά και πάντα μετά το φαγητό; Δεν άκουσες ποτέ κανένα πνιχτό θόρυβο; Γιατί ποτέ δεν σκέφτηκες ότι ήταν παράξενο να βρίσκεις στο δωμάτιο μου τόσα περιτυλίγματα από σοκολάτες (τώρα πια δεν τα έκρυβα) κι εγώ όχι μόνο δεν πάχαινα άλλα αδυνάτιζα εντυπωσιακά. Γιατί δεν παραξενευόσουν που όταν κάποιος με ρωτούσε πώς είχα αδυνατίσει τόσο πολύ εγώ έλεγα ότι είχα καλό μεταβολισμό. Καλό μεταβολισμό εγώ το παιδί σου, που μια ζωή πάσχιζες να το αδυνατίσεις χωρίς αποτέλεσμα. Καμάρωνες κι εσύ για την όμορφη έφηβη που επιτέλους είχες, θέλοντας καταβάθος να πιστέψεις ότι γίνονται και θαύματα. Την όμορφη έφηβη που όλο και έχανε βάρος, όλο και έχανε το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Κοίταξε με: Αδύνατη δίχως δύναμη, σου έλεγα βουβά..
Όταν σε πήραν τηλέφωνο από το σχολείο δεν ήθελες να το πιστέψεις. Όχι το δικό μου παιδί έλεγες. Ναι μαμά. Το δικό σου παιδί βρήκαν λιπόθυμο μέσα στις σχολικές τουαλέτες, πεσμένο χάμω σαν άδειο σακί. Το δικό σου παιδί κοιτάς τώρα στο νοσοκομείο, κρατώντας το αδύνατο πια χεράκι του και προσπαθείτε, μαζί με τον μπαμπά, να καταλάβετε πώς συνέβη, τι έφταιξε. Κλάψτε τώρα και μετά βοηθήστε το κοριτσάκι σας να μπορέσει να βρει το δρόμο του και να αγαπήσει επιτέλους τον εαυτό του. Μαζί. Γιατί μόνο του δεν μπορεί.
Αφιερωμένο στα άτομα που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές, τα οποία ίσως αναγνωρίσουν κομμάτια του εαυτού τους σε αυτό το κείμενο. Με μια ευχή : H νέα χρονιά να τους δώσει την δύναμη να ζητήσουν βοήθεια και να προσφέρουν αυτό που αξίζει στον εαυτό τους. Αγάπη.
H Mαρία Τζανή είναι Δικηγόρος -Εθελόντρια Κοινωνικής Πρόνοιας ΕΕΣ
Πηγή: cretalive.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου